Τεχνο-εθνικισμός: Η Κίνα θέλει έναν κόσμο με πολλά εθνικά και λογοκριμένα Ίντερνετ

Ένα λιγότερο παγκόσμιο και λιγότερο ανοικτό διαδίκτυο αποτελεί το όραμα της Κίνας, ένας στόχος που ταιριάζει απόλυτα με τη γενικότερη πολιτική τεχνο-εθνικισμού την οποία εφαρμόζει, δηλαδή μια τεχνολογία στην υπηρεσία του εθνικού κράτους, ενάντια στις ανεξέλεγκτες έξωθεν διεθνείς επιρροές, ιδίως από τις ΗΠΑ.

Εδώ και σχεδόν πέντε δεκαετίες, το Ίντερνετ αναδύθηκε, αναπτύχθηκε και εξαπλώθηκε παγκοσμίως σε μεγάλο βαθμό υπό την καθοδήγηση -και πολλοί θα πρόσθεταν προς το συμφέρον- των ΗΠΑ. Από ένα μικρό ερευνητικό πρόγραμμα του αμερικανικού Πενταγώνου μέχρι τη σημερινή κατάσταση, που διασυνδέει πάνω από τον μισό παγκόσμιο πληθυσμό και δεκάδες δισεκατομμύρια συσκευές, το διαδίκτυο υπήρξε εν πολλοίς ένα αμερικανικό σχέδιο.

Αυτό αναπόφευκτα δεν αρέσει καθόλου στη νέα ανερχόμενη υπερδύναμη, την Κίνα, η οποία, όπως έχει ξεκαθαρίσει ο πρόεδρος Σι, φιλοδοξεί να γίνει -μεταξύ άλλων- υπερδύναμη και στο κυβερνοδιάστημα. Ήδη περισσότεροι άνθρωποι στην Κίνα έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο (περίπου 800 εκατομμύρια) από οπουδήποτε αλλού στον κόσμο.

Η κινεζική κυβέρνηση, μέσα από έναν συνδυασμό εγχώριων περιοριστικών κανονισμών, τεχνολογικών καινοτομιών και διεθνούς διπλωματίας, στοχεύει να δημιουργήσει ένα αδιαπέραστο σύστημα κυβερνοάμυνας, να έχει ισχυρότερη (αν όχι καθοριστική) φωνή στη διαχείριση του Ίντερνετ διεθνώς και να καθοδηγήσει -με τη βοήθεια των ολοένα πιο εξωστρεφών και καινοτόμων κινεζικών τεχνολογικών εταιρειών- τις τεχνολογικές εξελίξεις στον κόσμο, από την τεχνητή νοημοσύνη και τους κβαντικούς υπολογιστές ως τη ρομποτική.

Παρόλο που η επιτυχία της ως κυβερνο-υπερδύναμης δεν είναι εγγυημένη, έχει σημαντικές πιθανότητες να το πετύχει, σύμφωνα με το «Foreign Affairs», χάρη στο μεγάλο μέγεθος της ως χώρας και της εντυπωσιακής τεχνολογικής προόδου της. Αναπόφευκτα ένα πιο κινεζικό παγκόσμιο Ίντερνετ θα είναι «κατ’ εικόνα και ομοίωση» της ίδιας, δηλαδή πιο εθνικό, πιο προστατευτικό, πιο κλειστό και πιο ανελεύθερο. Σε αυτό θα «τρέχουν» πλέον πολύ περισσότερες κινεζικές εφαρμογές λογισμικού (software) σε κινεζικής κατασκευής υλικό (hardware) και, εκ των πραγμάτων, θα είναι το Πεκίνο -και όχι η Ουάσιγκτον- που θα αποκομίζει οικονομικά, διπλωματικά και κατασκοπευτικά οφέλη.

Η Κίνα έχει τέσσερις εθνικές προτεραιότητες:

Ένα πιο «αρμονικό» διαδίκτυο, μέσω του οποίου η κυβέρνηση καθοδηγεί την κοινή γνώμη και ενισχύει την κοινωνική συνοχή, με τίμημα τον αυστηρό έλεγχο της ροής πληροφοριών που θεωρούνται αντικοινωνικές ή ικανές να υποσκάψουν το καθεστώς.

Την προώθηση του «Made in China» στην υψηλή τεχνολογία και τη μείωση της εξάρτησης της χώρας από ξένους (ιδίως Αμερικανούς) προμηθευτές τεχνολογικού εξοπλισμού. Παράλληλα, την επιθετική προώθηση του αντίστοιχου κινεζικής κατασκευής ψηφιακού-ηλεκτρονικού εξοπλισμού σε άλλες χώρες.

Την ενίσχυση της κυβερνοάμυνας και την κυβερνο-οχύρωση της Κίνας, ώστε η Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας (NSA) των ΗΠΑ ή όποιος άλλος «ωτακουστής» να μην μπορεί να έχει πρόσβαση στα μυστικά εθνικής ασφαλείας και γενικότερα στα δίκτυα της χώρας.

Την προώθηση της τεχνοεθνικιστικής «αρχής της κυβερνο-κυριαρχίας» ως οργανωτικής αρχής για τη διοίκηση του παγκόσμιου Ίντερνετ, σε ευθεία αντίθεση με την πολιτική των ΗΠΑ για ένα διαδίκτυο πραγματικά ανοικτό και παγκόσμιο. Η Κίνα οραματίζεται έναν κόσμο εθνικών διαδικτύων, όπου ο κρατικός έλεγχος πάνω σε αυτά δικαιολογείται από την εθνική κυριαρχία που ασκεί κάθε κράτος στην επικράτειά του.

Σινικό online Τείχος και εργοστάσια λογοκρισίας

Ήδη, επί προεδρίας Σι, η Κίνα κάνει ό,τι μπορεί για να βάλει ένα τέλος στον τεχνο-αισιοδοξία της Δύσης για τις απελευθερωτικές δυνατότητες του διαδικτύου. Στόχος του Σι είναι το διαδίκτυο να ενισχύσει και όχι να αποδυναμώσει την ηγεμονία του Κομμουνιστικού Κόμματος στην κινεζική κοινωνία.

Κατά την τελευταία πενταετία της διακυβέρνησής του, το Πεκίνο έχει ισχυροποιήσει το λεγόμενο «Μεγάλο Τείχος», ένα σύστημα διαδικτυακών φίλτρων που περιορίζει τι μπορούν να διαβάσουν και να πουν online οι περίπου 800 εκατομμύρια χρήστες στην Κίνα. Αφενός εμποδίζει τους τεχνολογικούς «γίγαντες» των ΗΠΑ (Google, Facebook, Twitter κ.α.) να λειτουργήσουν στην Κίνα, αφετέρου έχει «σφίξει» σημαντικά τα λουριά πάνω στις κινεζικές ιστοσελίδες και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, επιβάλλοντας πρόστιμα για να συμμορφώσει και τους δικούς της «γίγαντες» (Baidu, Tencent, Weibo κ.α.). Η Κίνα έχει επίσης πιέσει και έχει πείσει τη Google και το YouTube να αφαιρέσουν διεθνές (όχι κινεζικό) περιεχόμενο που δεν είναι της αρεσκείας της κινεζικής κυβέρνησης.

Παράλληλα, το εκτεταμένο σύστημα ηλεκτρονικής παρακολούθησης -με τη βοήθεια εκατομμυρίων online καμερών και αισθητήρων- που είχε αρχικά τεθεί σε εφαρμογή στην επαρχία-πονοκέφαλο Σινγιάνγκ, όπου ζει η μουσουλμανική εθνότητα των Ουιγούρων, έχει αρχίσει με οργουελιανό τρόπο να επεκτείνεται σε όλη τη χώρα. Το αποτέλεσμα είναι μια συνδυασμένη πολιτική λογοκρισίας και παρακολούθησης τόσο στον ψηφιακό όσο και στον πραγματικό κόσμο – πάντα στο όνομα της κοινωνικής αρμονίας και ευταξίας.

Για τις κινεζικές τεχνολογικές εταιρείες αποτελεί ζήτημα ζωής ή θανάτου να συμμορφώνονται με την κυβερνητική πολιτική λογοκρισίας. Οι αρχές απαιτούν από τις εταιρείες να αυτολογοκρίνονται και να λογοκρίνουν άλλους, πράγμα που, σύμφωνα με τους «Τάιμς της Νέας Υόρκης», τις έχει οδηγήσει να προσλάβουν χιλιάδες εργαζόμενους ειδικά για να αστυνομεύουν -με τη βοήθεια ειδικού λογισμικού- το πολιτικά ευαίσθητο (αντικυβερνητικό, αντικομμουνιστικό κ.α.) και το αντικοινωνικό (π.χ. πορνογραφικό) περιεχόμενο του διαδικτύου, δημιουργώντας έτσι μια μοναδική στον κόσμο νέα βιομηχανία: τα λεγόμενα «εργοστάσια λογοκρισίας».

Έχουν αναπτυχθεί εταιρείες όπως η Beyondsoft στο Πεκίνο, που αναλαμβάνουν εργολαβικά το βάρος της νυχθημερόν λογοκρισίας για λογαριασμό άλλων κινεζικών εταιρειών ή ντόπιων μέσων ενημέρωσης, που θέλουν να τα έχουν καλά με τους κυβερνητικούς λογοκριτές και συμβάλλουν ώστε η Κίνα να έχει πια δημιουργήσει το πιο εκτεταμένο και εξελιγμένο σύστημα online λογοκρισίας στον κόσμο. Νέοι καθόλου πολιτικοποιημένοι απόφοιτοι πανεπιστημίων, που δεν έχουν καν ακούσει τι έγινε στην πλατεία Τιανανμέν το 1989, πληρώνονται 350 έως 500 δολάρια το μήνα για να «ξεσκονίζουν» 1.000 ως 2.000 online άρθρα και αναρτήσεις τη μέρα, κυνηγώντας επικίνδυνες ή κωδικές λέξεις (γραμμένες π.χ. από αντιφρονούντες) με βάση απαγορευμένες λίστες που καταρτίζονται «άνωθεν».

Πενταετή πλάνα (ακόμη)

Προκειμένου να επιτύχει πραγματική τεχνολογική εθνική αυτάρκεια και ανεξαρτησία, η Κίνα έχει θέσει τον τομέα επιστήμης και τεχνολογίας στο επίκεντρο του τελευταίου πενταετούς πλάνου για την περίοδο 2016-2020 (υπάρχουν ακόμη τέτοια πενταετή πλάνα, κληρονομιά της σταλινικής-μαοϊκής περιόδου). Οι επενδύσεις της χώρας σε έρευνα και ανάπτυξη καινοτομιών (R & D) αυξάνονται με εντυπωσιακό μέσο ετήσιο ρυθμό 20%, ενώ πλέον βγαίνουν περισσότεροι απόφοιτοι από τις κινεζικές πανεπιστημιακές σχολές επιστήμης και τεχνολογίας (μηχανικοί κ.α.) από οπουδήποτε αλλού στον κόσμο.

Η Κίνα έχει ξεχωρίσει τρεις τεχνολογίες όπου θέλει να κυριαρχήσει, επειδή πιστεύει ότι αυτές θα καθορίσουν το μέλλον και την ισχύ κάθε χώρας: τους ημιαγωγούς (επεξεργαστές ή ‘τσιπάκια’), την τεχνητή νοημοσύνη και τους κβαντικούς υπολογιστές. Από αυτά τα τρία πεδία, μόνο στο πρώτο υστερεί ακόμη αρκετά (δεν έχει πετύχει να αναπτύξει μια πραγματικά ανταγωνιστική εγχώρια βιομηχανία επεξεργαστών υψηλών επιδόσεων), ενώ στα άλλα δύο βρίσκεται κοντά στο να ξεπεράσει ακόμη και τις ΗΠΑ.

Η Κίνα πρόσφατα εκτόξευσε τον πρώτο στον κόσμο επικοινωνιακό δορυφόρο που χρησιμοποιεί κβαντική τεχνολογία και κβαντική κρυπτογράφηση σήματος, ενώ κατασκεύασε και το μακρύτερο καλώδιο κβαντικών επικοινωνιών που συνδέει το Πεκίνο με τη Σαγκάη. Για την τεχνητή νοημοσύνη, από την άλλη, η χώρα έχει θέσει ως επίσημο στόχο να «πιάσει» τις ΗΠΑ ή όποιον άλλο ανταγωνιστή έως το 2020, να τον ξεπεράσει έως το 2025 και να κυριαρχήσει παγκόσμια έως το 2030.

Αυτή τη στιγμή, στην Κίνα επικρατεί πραγματικός «οργασμός» σε ό,τι έχει να κάνει με την τεχνητή νοημοσύνη, με αιχμή του δόρατος μια τετράδα εταιρειών-εθνικών πρωταθλητών (Baidu, Tencent, Alibaba, iFlytek), που έχουν επιλεγεί από την κινεζική κυβέρνηση ως η πρώτη «εθνική ομάδα» τεχνητής νοημοσύνης για την ανάπτυξη πληθώρας εφαρμογών με χρήσεις τόσο πολιτικές όσο και στρατιωτικές. Η Δύση σύντομα θα βρεθεί μπροστά σε (δυσάρεστες) εκπλήξεις…

Χάκερ, στάνταρντ και (λιγότερη) ελευθερία

Την ίδια στιγμή, όπως ακράδαντα πιστεύουν οι δυτικές κυβερνήσεις, (αλλά η κινεζική το αρνείται κατηγορηματικά), οι Κινέζοι κυβερνητικοί χάκερ συνεχίζουν αυτό που έχουν αρχίσει εδώ και χρόνια: να κάνουν μαζική υποκλοπή βιομηχανικών, τεχνολογικών, πολιτικών και στρατιωτικών μυστικών από τις δυτικές εταιρείες και από κρατικούς φορείς.

Σε πιο επίσημο διεθνές επίπεδο, η Κίνα προσπαθεί σταδιακά να επιβάλει τις δικές της τεχνικές προδιαγραφές στο επερχόμενο πέμπτο κύμα τεχνολογίας στις κινητές επικοινωνίες και τα δίκτυα (5G), που θα επιτρέψουν ένα πολύ πιο γρήγορο Ίντερνετ. Αν η Κίνα καταφέρει να ελέγξει τα διεθνή τεχνικά στάνταρντ, οι τεχνολογικές εταιρείες της θα έχουν πολλαπλά οφέλη, καθώς οι τρίτοι θα αναπτύσσουν προϊόντα πάνω σε κινεζικές πλατφόρμες.

Παράλληλα, η Κίνα δίνει μάχη ώστε τον πρώτο λόγο στη διαχείριση του παγκόσμιου Ίντερνετ να τον έχουν ο ΟΗΕ και οι εθνικές κυβερνήσεις και όχι οι τεχνολογικές εταιρείες και η κοινωνία των πολιτών (κάτι που ευνοούν οι ΗΠΑ). Η Κίνα δεν θέλει ένα αποκεντρωμένο και χαοτικό διαδίκτυο, όπου επικρατούν οι δυνάμεις της αγοράς και οι online πληροφορίες ρέουν ελεύθερα χωρίς να υπολογίζουν εθνικά σύνορα.

Η κινεζική κυβέρνηση θεωρεί ότι αυτό αφενός βαίνει προς το συμφέρον των αμερικανικών τεχνολογικών πολυεθνικών και των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ (και άλλων δυτικών χωρών) προκειμένου να κάνουν πιο άνετα τις υποκλοπές τους, αφετέρου φοβάται -αρκετά δικαιολογημένα με βάση την ιστορική εμπειρία- ότι αυτή η άναρχη ελευθερία στο διαδίκτυο θα υποσκάψει τη δική της μονοκομματική εξουσία.

Τα πράγματα βαίνουν μάλλον υπέρ των απόψεων της Κίνας, αφού, σύμφωνα με τον οργανισμό Freedom House, κατά την τελευταία επταετία η ελευθερία στο διαδίκτυο – πόσο ελεύθερα οι πολίτες μιας χώρας έχουν πρόσβαση στο Ίντερνετ και πόσο ελεύθερα μπορούν να εκφραστούν σε αυτό- εμφανίζει διαρκή υποχώρηση διεθνώς.

Επιπλέον, ακολουθώντας το παράδειγμα της Κίνας, ολοένα περισσότερες χώρες -με πιο πρόσφατη περίπτωση το Βιετνάμ που από την 1-1-2019 έθεσε σε ισχύ νέο δρακόντειο νόμο- λογοκρίνουν το διαδίκτυο και απαιτούν από τις (συνήθως αμερικανικές) τεχνολογικές εταιρείες να αποθηκεύουν τα δεδομένα των χρηστών τους εντός των ίδιων των χωρών και όχι σε κεντρικούς υπολογιστές στις ΗΠΑ, ώστε να έχουν καλύτερο έλεγχο αυτών των δεδομένων.

Το συμπέρασμα είναι απλό: το μέλλον του Ίντερνετ, αλλά και άλλων τεχνολογιών αιχμής, θα είναι πολύ πιο κινεζικό.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ