Κοντεύει εικοσαετία από τις συζητήσεις και τελικά το λανσάρισμα σε επίπεδο ΕΕ και όχι μόνο του κώδικα ασφάλειας πλοίων και λιμένων. Γνωστού και ως ISPS. Και μίας οδηγίας η οποία μεταξύ άλλων ήθελε την ηλεκτρονική ταυτοποίηση των επιβατών στα πλοία της ακτοπλοΐας κατά την επιβίβασή τους αλλά και κατά την αποβίβασή τους. Οι απαιτήσεις είχαν τότε ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων που προκλήθηκε με το αιτιολογικό ότι δεν ήταν δυνατή η διασύνδεση στο διαδίκτυο των ταξιδιωτικών πρακτορείων της νησιωτικής χώρας αλλά και η εν συνεχεία «ταυτοποίηση» του εκδίδοντος το εισιτήριο με του κομίζοντος αυτό. Ούτε βέβαια και η με «κώδικα μπαρ» έλεγχος των από-επιβιβαζόμενων. Τι απέγινε; Απλά πράγματα… Στους καταπέλτες των ακτοπλοϊκών πλοίων εντεταλμένα στελέχη του πληρώματος απλά σχίζουν το στέλεχος του τριπλότυπου και καταμετρούν τους εισερχόμενους επιβάτες και οχήματα. Που έχουν εισιτήριο. Και οι κώδικες και οι υποχρεώσεις «ξεχάστηκαν» στην ελληνική καθημερινότητα. Αλλά… Το θέμα της ταυτοποίησης των επιβατών στα πλοία της ακτοπλοΐας επανήλθε στο προσκήνιο μετά το τραγικό περιστατικό με τον θάνατο ενός 60χρονο άντρα, επιβάτη του επιβατηγού – οχηματαγωγού πλοίου «Blue Star Naxos» τέσσερα ναυτικά μίλια βορειοδυτικά της Σύρου το βράδυ της περασμένης Τρίτης. Όπως τα στοιχεία του ρεπορτάζ θέλουν μέχρι στιγμής η ταυτότητα του αυτόχειρα που έπεσε στη θάλασσα παραμένει άγνωστη, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες οι άνδρες του πληρώματος δεν βρήκαν τα προσωπικά του αντικείμενα μέσα στο πλοίο και είναι πολύ πιθανό να ταξίδευε μόνος. Επίσης μέχρι στιγμής δεν τον έχει αναζητήσει κανείς, ενώ η σορός του βρίσκεται στη Σύρο.
Και εδώ παρεισφρέει μία λεπτομέρεια ουσιώδης όμως. Από την έρευνα των λιμενικών έχει προκύψει ένα όνομα κατά τον έλεγχο επιβατών που έκανε το πλήρωμα του πλοίου μετά το περιστατικό, αλλά κανείς δεν γνωρίζει αν είναι αληθινό, καθώς δεν απαιτείται η προσκόμιση ταυτότητας για την έκδοση εισιτηρίου αλλά απλά η δήλωση ενός ονοματεπώνυμου. Οποιουδήποτε ονοματεπώνυμου… Και εδώ παρεισφρέει μία επίσης ουσιώδης λεπτομέρεια. Στο απευκταίο σενάριο ενός ναυαγίου πιθανόν τα ονοματεπώνυμα να μην αντιστοιχούν με ότι αυτό μπορεί να συνεπαχθεί. Και το κρίσιμο ερώτημα παραμένει. Πως θα γίνεται η ταυτοποίηση όταν στους καταπέλτες ιδίως το καλοκαίρι «μπουκάρουν» στο κάθε πλοίο 1500-2000 νοματαίοι; Το ερώτημα θα είχε απαντηθεί αν στα λιμάνια υπήρχαν αίθουσες αναμονής όπως των αεροδρομίων και εντεταλμένοι υπάλληλοι τσέκαραν τα στοιχεία του κομίζοντα το εισιτήριο με τους εκδίδοντα αυτό και με τρόπο όπως συμβαίνει στις αερομεταφορές αλλά και τον τομέα της κρουαζιέρας. Αλλά και εδώ υπήρξαν ενστάσεις. Άλλο πράγμα να τσεκάρεις 300 επιβάτες και άλλο 2000. Ωστόσο στελέχη της ακτοπλοΐας Αυτό που ζητούν είναι να υπάρχουν κατάλληλες χερσαίες υποδομές για την ταυτοποίηση των επιβατών έτσι ώστε και οι επιβάτες να επιβιβάζονται έγκαιρα και να μην υπάρξουν καθυστερήσεις στην εκτέλεση των δρομολογίων.
Πηγές του υπουργείου Ναυτιλίας αναγνωρίζουν το πρόβλημα με την έλλειψη υποδομών λέγοντας πως δεν είναι εφικτό να γίνει ο έλεγχος με τον τρόπο που γίνεται στα αεροδρόμια και σημείωναν πως και το κατά τόπους προσωπικό των λιμενικών αρχών – ειδικά σε νησιά – δεν επαρκεί για να προχωρήσει σε αυτή την διαδικασία.
Μια από τις σκέψεις που ενδέχεται να εξεταστεί είναι οι έλεγχοι να γίνονται στη στεριά από προσωπικό των κατά τόπους οργανισμούς λιμένων ή στελέχη ιδιωτικών εταιρειών ασφαλείας κατά την αναμονή των επιβατών στα λιμάνια σε ειδικούς χώρους.
Μέχρι σήμερα, και καθαρά από θέμα τύχης, ουδείς εκ των άσπονδων φίλων του τουρισμού αυτής της χώρας δεν έχει φέρει το θέμα στα αρμόδια ευρωπαϊκά όργανα, ούτε έχει γίνει καταγγελία για το μπες- βγες «χύμα στο κύμα» στις λιμενικές ζώνες, ακόμη και στο επιβατικό λιμάνι του Πειραιά επί ημερών COSCO, για να αρχίσουν να τρέχουν τα πρόστιμα. Και αξίζει να υπενθυμιστεί ότι επί ημερών υπουργίας στο τότε Ναυτιλίας και Αιγαίου είχε αποφασιστεί να «κλείσουν» οι πύλες του ΟΛΠ και των νησιωτικών λιμένων( όσων διέθεταν) με στόχο να εισέρχονταν μόνο όσοι είχαν εισιτήριο να ταξιδέψουν και παρ ολίγον να συμβεί «επανάσταση» από φορείς που δεν ήθελαν επ ουδενί λόγω να αποκοβόταν η πόλη από το «θαλάσσιο μέτωπο». Όπως αξίζει να υπενθυμιστούν και τα υπομνήματα της Ένωσης Πλοιάρχων για το σχετικό θέμα που «αρχειοθετήθηκαν» στα συρτάρια του ΥΝΝΠ.